Κυριακή 14 Απριλίου 2024

«ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΑΝΝΕΤΑ», ένα σπουδαίο έργο, μια καλαίσθητη παράσταση.

 

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου

Είναι η πρώτη φορά φέτος που το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ανεβάζει έργο του μεγάλου Γάλλου δραματουργού, Ζαν Ανούιγ. Πρόκειται για το έργο «Ρωμαίος και Αννέτα». Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε τον τίτλο από τον Σαίξπηρ, ενώ δεν υπάρχει καμία επιπλέον σύνδεση με το σαιξπηρικό έργο πέραν του ότι και τα δύο διαπραγματεύονται έναν πολύ μεγάλο, έναν μοιραίο και τραγικό έρωτα. Πρόκειται λοιπόν για ένα τελείως αυτόνομο έργο στο οποίο βέβαια η πένα του Ανούιγ κεντάει πραγματικά πλάθοντας μιαν εξαιρετική, δυνατή ιστορία αγάπης και ταυτόχρονα ένα μοναδικό σχόλιο για τον έρωτα, τον πόθο, τη ζήλια, το μίσος, το συμβιβασμό ή μη και το θάνατο.

Η μεγάλη κυρία του Ελληνικού Θεάτρου και του σπιτιού του ηθοποιού, η Άννα Φόνσου, μια αειθαλής, εμπνευσμένη και ακούραστη γυναίκα αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει την παράσταση αυτή με μεγάλη αγάπη για το έργο, το οποίο την έχει αγγίξει από τα νεανικά της χρόνια και της ξυπνά γλυκές αναμνήσεις. Είναι γιατί πρωταγωνίστησε σε αυτό κάποιες δεκαετίες πριν, όταν το ανέβασε ο μεγάλος δάσκαλός της Αλέξης Σολομός, που έχει κάνει και την μετάφραση.

Η Τζούλια, μια καλόβολη κοπέλα επιστρέφει στο πατρικό  της σπίτι μετά από πολύ καιρό μαζί με τον αρραβωνιαστικό της Φρέντερικ και την μητέρα του. Όμως η οικογένειά της, μια διαλυμένη οικογένεια γεγονός  που αποτελεί πληγή για την ηρωίδα, την απογοητεύει ακόμη μια φορά. Είναι εκεί ο κατεστραμμένος πατέρας της και ο μέθυσος αδερφός της Λουκιανός, που έχει καταρρεύσει αφού τον εγκατέλειψε η σύζυγός του. Μα και η αδερφή της, η Αννέτα, το πλέον μαύρο πρόβατο της οικογένειας που ζει μιαν ελεύθερη και αντισυμβατική ζωή, η οποία παρ’ όλα αυτά δεν την κάνει ευτυχισμένη. Τι θα συμβεί άραγε όταν  αυτοί οι άνθρωποι συναντηθούν μεταξύ τους;

Αν και πρόκειται για μια τραγική ιστορία ο συγγραφέας την εμπλουτίζει με αρκετά στοιχεία χιούμορ και ευτράπελες καταστάσεις που προκαλούν τα ιδιόμορφα μέλη της οικογένειας, κυρίως ο πατέρας και ο αδερφός, ενώ είναι γεμάτη και από τα αποφθέγματα και τις φιλοσοφίες του μορφωμένου Λουκιανού.

Δεν ξέρω τι να πω για τη σκηνοθεσία της Άννας Φόνσου, δε χρειάζεται να πω πολλά, το μόνο σίγουρο είναι ότι μας ταξίδεψε και μας μάγεψε. Χωρίς εκκωφαντικά ευρήματα έδωσε όμως τέλεια το κλίμα της  εποχής και την ψυχοσύνθεση των ηρώων. Πρόκειται για μια ζεστή, ρομαντική σκηνοθεσία που προκαλεί οικειότητα και φέρνει τους πρωταγωνιστές κοντά στους θεατές. Όλες οι ηθοποιίες ήταν εξαιρετικές αλλά και η αλληλεπίδραση των ηθοποιών πάνω στη σκηνή ήταν ιδιαίτερα πετυχημένη. Πόσο όμορφες και δυνατές και οι  σκηνές του ερωτευμένου ζευγαριού!

Την έκπληξη έκανε η Ελένη Μισχοπούλου στο ρόλο της Αννέτας, που αντικατέστησε τη Χρύσα Ζαφειριάδου που είχε ένα ατύχημα. Με μόλις έξι πρόβες κατάφερε να αποδώσει άριστα τον σύνθετο και απαιτητικό ρόλο και της αξίζουν συγχαρητήρια. Γλυκιά και τρυφερή η Αίγλη Κατσίκη μας κατέκτησε ως Τζούλια. Στιβαρός, επικοινωνιακός ο Γεράσιμος Σοφιανός στον ρόλο του  Φρέντερικ. Σπουδαία κυρία η Έφη Δρόσου, ήταν υποδειγματική στον ρόλο της μητέρας. Στόφα καλού ηθοποιού ο Νίκος Νικόλαου κέρδισε τις εντυπώσεις στο ρόλο του πατέρα. Πολύ καλός και ο Δημήτρης Τσιλινίκος στο ρόλο του ταχυδρόμου. Άφησα τελευταίο τον ταλαντούχο Κωνσταντίνο Χατζησάββα στο ρόλο του Λουκιανού, που καταφέρνει πάντα να κλέβει την παράσταση.

Το σκηνικό είναι εντυπωσιακό και είναι μια μεγάλη διάφανη μπαλκονόπορτα που βλέπει προς τη θάλασσα. Τα υπόλοιπα σκηνικά στοιχεία είναι λίγα έπιπλα εποχής και τα εμπνεύστηκε η Δανάη Πανά.

Τα κοστούμια, καλόγουστα και vintage δίνουν τη διάθεση και το κλίμα μιας άλλης εποχής και τα σχεδίασαν μαζί η Άννα Φόνσου και η Δανάη Πανά.

Η μουσική του Γιώργου Ανδρέου είναι εξαιρετική, ενώ συχνά πυκνά  ήχοι της φύσης, όπως της θάλασσας, του αέρα και της βροχής μας ταξιδεύουν και μας εισάγουν ακόμη πιο βαθιά στην ατμόσφαιρα του έργου.

Η αρχή και το τέλος είναι έκπληξη και είναι εμπνευσμένα από τον κινηματογράφο, μιαν άλλη μεγάλη αγάπη της σκηνοθέτιδας.

«Ρωμαίος και Αννέτα», ένα αριστουργηματικό έργο του μεγάλου Ζαν Ανούιγ, μια καλαίσθητη, καλοδουλεμένη, συγκινητική παράσταση σε σκηνοθεσία Άννας Φόνσου, που πρέπει να δείτε από το Κρατικό Θέατρο.

 

Συντελεστές:

Μετάφραση: Αλέξης Σολομός

Σκηνοθεσία: Άννα Φόνσου

Κοστούμια: Άννα Φόνσου

Σκηνικά- Κοστούμια: Δανάη Πανά

Μουσική: Γιώργος Ανδρέου

Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος

Βίντεο: Βαλλεντίνα Κόπτη

Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Καραμήτρη

Οργάνωση παραγωγής: Μαριλύ Βεντούρη

 

*Ευχαριστούμε τον κ. Γιώργο Ανδρέου για την ευγενική παραχώρηση των μουσικών του έργων, τα οποία αποτελούν αποσπάσματα από την σουίτα εγχόρδων “Αθανασία”.

 

Παίζουν:

Έφη Δρόσου: μητέρα

Χρύσα Ζαφειριάδου: Αννέτα

Αίγλη Κατσίκη: Τζούλια

Νίκος Νικολάου: Πατέρας

Γεράσιμος Σοφιανός: Φρέντερικ

Δημήτρης Τσιλινίκος: Ταχυδρόμος

Κωνσταντίνος Χατζησάββας: Λουκιανός

*Τον ρόλο της Αννέτας θα ερμηνεύσει η κυρία Ελένη Μισχοπούλου ως έκτακτη αντικατάσταση

 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2024

«Ο ΚΑΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΣΕ ΤΣΟΥΑΝ», μια λιτή αλλά πολύ μεστή απόδοση του έργου.

 

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου


«Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» είναι ένα από τα αριστουργήματα του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Ο συγγραφέας ξεκινά να το γράφει το 1926 και το ολοκληρώνει το 1941 στις ΗΠΑ, όπου βρίσκεται εξόριστος. Το έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά το 1943, κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου στη Ζυρίχη.

Τρεις θεοί κατεβαίνουν στη γη αναζητώντας έναν καλό άνθρωπο. Στην πόλη Σε Τσουάν συναντούν τελικά την νεαρή πόρνη Σεν Τε, το μοναδικό πλάσμα που δέχεται να τους παραχωρήσει κάποιο κατάλυμα, τον μοναδικό καλό άνθρωπο. Οι θεοί για να την ευχαριστήσουν  της χαρίζουν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και με αυτό ανοίγει ένα καπνοπωλείο.

Τι γίνεται όμως μόλις η καλή Σεν Τε απόκτησε κάποια χρήματα; Όλοι γύρω της αρχίζουν να την εκμεταλλεύονται ζητώντας συνεχώς και με απίστευτο θράσος πράγματα όπως φαγητό, λεφτά, φιλοξενία. Η καλόκαρδη πόρνη νιώθει να συνθλίβεται από τους γύρω της, που δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει και την φέρνουν σε αδιέξοδο. Έτσι, σκαρφίζεται την ύπαρξη ενός ξαδέρφου, του Σουί Τα, που έρχεται κάποιες φορές να την υπερασπιστεί και να ρυθμίσει με δυναμισμό τις υποθέσεις της. Η Σεν Τε μεταμορφώνεται τότε στον αυστηρό, ίσως ακόμη και «κακό» Σουί Τα και με το νέο της πρόσωπο καταφέρνει να επιβιώσει απέναντι στους εκμεταλλευτές γειτόνους της. Μια κατά κράτος νίκη του κακού απέναντι στο καλό. Και μπαίνει έτσι το σημαντικό και διαχρονικό ερώτημα: «μπορεί κάποιος άνθρωπος να εξακολουθήσει να είναι καλός όταν ζει σε μια σκληρή κοινωνία εκμετάλλευσης;»

Ο Δημήτρης Καραντζάς, ένας  από τους πιο πολυσυζητημένους σκηνοθέτες της σύγχρονης Ελλάδας επιλέγει μια λιτή προσέγγιση του έργου. Όλοι οι ηθοποιοί είναι καθισμένοι σε καρέκλες  στο βάθος της σκηνής και  σηκώνονται λίγοι – λίγοι αναλαμβάνονας τους ρόλους τους. Το εντυπωσιακό ογκώδες σκηνικό του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη ανοίγει κάποια στιγμή σχηματίζοντας ένα κάδρο, όπου και συνεχίζεται  η υπόθεση. Δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα αντικείμενα απάνω στη σκηνή κι αυτά εμφανίζονται κάποιες στιγμές. Ένα γραφείο, λίγα ράφια, κάποιες σακούλες με καπνό. Έτσι όμως ο σκηνοθέτης χωρίς να αποσπά την προσοχή του κοινού με περιττά πράγματα καταφέρνει να επικεντρωθεί στον λόγο. Ο λόγος του Μπρεχτ βγαίνει καθαρός και κατατοπιστικός και τα επεισόδια αναδεικνύουν αριστοτεχνικά την κοινωνία που αποτελείται από φαύλους, μια κοινωνια όπου κανείς μαλακός δεν μπορεί να επιβιώσει.

Ακόμη, με αυτή την λιτή σκηνοθετική προσέγγιση και με όμορφες δυνατές εικόνες υπερτονίζεται κάθε φορά το καλό ή το κακό και αναδεικνύεται η πάλη μεταξύ τους χωρίς φιοριτούρες και περιττά στοιχεία. Και έτσι το έργο γίνεται απόλυτα κατανοητό και δίνεται δύναμη σε όλα όσα θέλει να θίξει και να καυτηριάσει ο συγγραφέας. Τι πιο χαρακτηριστικό από την εικόνα της Σεν Τε να προσφέρει αδιάκοπα τσάι σε όλους τους γείτονες; Ένα υπέροχο κάδρο όπου υπερτονίζεται η καλή πράξη μα και η εκμετάλλευση, καθώς η προσφορά φαίνεται να είναι  αδιάκοπη και μάλιστα χωρίς κανένα ευχαριστώ.  Ένα όμορφο σκηνοθετικό εύρημα που δεν  γίνεται άσκοπα μόνο για να προκληθούν εντυπώσεις, αλλά έχει  μια πραγματική στόχευση,  να αναδείξει κάποια σημαντική πτυχή του έργου.

Η Ιωάννα Δεμερτζίδου είναι τόσο γλυκιά και πειστική ως η καλόκαρδη Σεν Τε! Όλο της το σώμα αποπνέει μιαν απαλή αύρα και το πρόσωπό της φωτίζεται από καλοσύνη. Η φωνή της είναι μαλακή και ευγενική και είναι πραγματικά απόλαυση στις στιγμές που υποκρίνεται την ευάλωτη και πολύπαθη ηρωίδα. Στον ρόλο του Σουί Τα σκληραίνει αρκετά, και γίνεται τότε αποφασιστική και δυναμική.

Ο Νίκος Μήλιας στο ρόλο του Σουν μεταμορφώνεται ιδανικά στον αδίστακτο νεαρό αρραβωνιαστικό της με μια θαυμάσια ερμηνεία για άλλη μια φορά, ενώ έχει σίγουρα και το παράστημα και την εμφάνιση που ταιριάζει στον ρόλο αυτό.

Ο Ορέστης Παλιαδέλης στο ρόλο του νερουλά Βαγκ είναι καταιγιστικός και αποδεικνύει ξανά τις μεγάλες δυνατότητές του με μια  σημαντική ερμηνεία. Ο Βασίλης Παπαδόπουλος κερδίζει τις εντυπώσεις στο ρόλο του κουρέα Σου Φου. Ο Χρίστος Στυλιανού, μεγάλος ηθοποιός, ξεχωρίζει σε έναν σύντομο ρόλο, αυτό του μαραγκού.

Η Μπέττυ Νικολέση με αέρα και στυλ ερμηνεύει την μητέρα του Σουν, κυρία Γιαγκ. Καθηλωτικοί και οι τρεις θεοί Μαρία Χατζηιωαννίδου, Στέργιος Τζαφέρης και Γιάννης Καραμφίλης, με δυναμικό παράστημα και ωραίες ερμηνείες.

Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί ήταν εξαίρετοι. Είναι γνωστό το πόσο άξιο είναι το δυναμικό του Κ.Θ.Β.Ε. και όλοι σχεδόν οι συμμετέχοντες  στη  διανομή έχουν παίξει σε πρωταγωνιστικούς ρόλους.

 Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη ευφάνταστα και ξεχωριστά δίνουν κι αυτά τη φυσιογνωμία τους στο έργο, ενώ συντελούν στη δημιουργία όμορφων, ζωντανών εικόνων κατά τη δράση, αλλά και στοχευμένες ακίνητες εικόνες με εντολή του σκηνοθέτη.

Αξίζει να αναφέρουμε τη μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού που συνόδευε τη δράση σχεδόν  σε  όλη τη διάρκεια του έργου και κυρίως το καταπληκτικό τσέλο, που ανέβασε πολύ  την αισθητική της παράστασης. Άξιοι και οι φωτισμοί του Δημήτρη Κασιμάτη.

Άκουσα κάποια σχόλια για την μεγάλη διάρκεια του έργου, κάτι λιγότερο από  τρεις ώρες, αν και ο χρόνος μετά την πρώτη ώρα που οι ήρωες γίνονται πια γνωστοί και η υπόθεση περιπλέκεται κύλησε πολύ εύκολα. Τότε, ο ίδιος ο σκηνοθέτης μου είπε πως παρά τις τρεις ώρες έχουν ήδη κόψει πενήντα ολόκληρες σελίδες από το έργο. Δεν ξέρω αν ήταν μεγάλη η διάρκεια του έργου, αλλά καθώς το έχω ξαναδεί θέλω να αποδώσω τα εύσημα για τα χωρία που επιλέχθηκαν, αλλά και για την μετάφραση της Άννυς Κολτσιδοπούλου.

«Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» του Δημήτρη Καραντζά είναι μια λιτή αλλά ιδιαίτερα μεστή παράσταση, που μέσα από τις επιλογές των επεισοδίων, τα σκηνοθετικά ευρήματα και τις δυνατές ερμηνείες καταφέρνει να αποδώσει άριστα τα μεγάλα νοήματα και τους προβληματισμούς που απασχόλησαν τον μεγάλο Μπέρτολτ Μπρέχτ, ένα έργο διαχρονικό που συνεχίζει να μας  προβληματίζει με τις αλήθειες του.

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Μετάφραση: Άννυ Κολτσιδοπούλου, Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς, Σκηνικά:  Κωνσταντίνος Σκουρλέτης, Κοστούμια:  Ιωάννα Τσάμη, Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός, Kίνηση : Αλέξης Τσιάμογλου, Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης, Δραματουργός- Βοηθός σκηνοθέτις: Κορίνα Βασιλειάδου, Βοηθός σκηνογράφου: Μανώλης Ψωματάκης, Βοηθός ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή, Οργάνωση παραγωγής: Μαρίνα Χατζηιωάννου, Οδηγός σκηνής: Marleen Verschuuren, Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud)

 

*Β’ Βοηθός σκηνοθέτη, στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης: Ελίνα Τσιομπαρτζή

Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά): Μελίνα Αποστολίδου (Κυρία Μι Τσου), Τζωρτζίνα Δαλιάνη (Κυρία Σιν), Ιωάννα Δεμερτζίδου (Σεν Τε), Ελένη Θυμιοπούλου (Οικογένεια: Γυναίκα), Στέλιος Καλαϊτζής (Οικογένεια: Άντρας),  Γιάννης Καραμφίλης (Τρίτος θεός), Άγγελος Καρανικόλας (Άνεργος), Νίκος Κουσούλης (Οικογένεια: Ανιψιός, Παιδί & Ιερέας, Επιστάτης), Νίκος Μήλιας (Σουν),  Χρυσή Μπαχτσεβάνη (Οικογένεια: Ανιψιά), Βασίλης Μπεσίρης (Αστυνομικός), Δημήτρης Ναζίρης (Οικογένεια: Παππούς), Μπέττυ Νικολέση (Κυρία Γιανγκ), Ιωάννα Παγιατάκη  (Γριά έμπορος χαλιών), Ορέστης Παλιαδέλης (Βανγκ), Γιώργος Παπαδάκος (Οικογένεια: Ανιψιός, παιδί),  Βασίλης Παπαδόπουλος (Σου Φου), Ιωάννα Πιατά (Οικογένεια: Κουνιάδα), Χρίστος Στυλιανού (Μαραγκός), Στέργιος Τζαφέρης (Δεύτερος θεός), Μαρία Χατζηιωαννίδου (Πρώτος θεός)

 

*Εκτακτη αντικατάσταση: Λουκία Βασιλείου, Χρήστος Τσάβος, Γιάννης Τσεμπερλίδης

Μουσικοί επί σκηνής:

Δάνης Κουμαρτζής (κιθάρα), Αμαλία Σάνη (τσέλο), Κατερίνα Ταβλαδωράκη (κλαρινέτο)

 

 

 

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

Υπέροχο, ποιητικό το «ΠΗΡΕ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ»

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου

Μια γλυκιά, τρυφερή ύπαρξη με φωτεινή ψυχή είναι η Φωτεινή, μια γυναίκα μόνη, διαζευγμένη και ανεπάγγελτη, που κάνει ψυχοθεραπεία στον θεραπευτή Κάρολο. Η Φωτεινή είναι ερωτευμένη με τον θεραπευτή της και απολαμβάνει κάθε στιγμή μαζί του, ενώ επιδιώκει παράλληλα να τον συναντά και σε άλλους χώρους, όπου του στήνει καρτέρι. Τον έρωτά της έχει εξομολογηθεί στη φίλη της Βέρα, στην οποία μάλιστα στέλνει και μέιλ που γράφει η ίδια και προορίζονται κανονικά για τον Κάρολο.

Η Βέρα, διαφημίστρια στο επάγγελμα με μεγάλη αγάπη στη δουλειά της, ζει μια τελειωμένη σχέση με τον σύζυγό της Αντρέα που είναι θεατρικός συγγραφέας. Ο Αντρέας, κολλημένος κι αυτός στο επάγγελμά του, αγχωμένος για πάντα στην αναζήτηση νέων θεμάτων και ιδεών, ζει μόνο για την συγγραφή και καθώς  η δουλειά του είναι για αυτόν μοναδική του έννοια παραμελεί συστηματικά τη Βέρα. Όταν ο Αντρέας ανακαλύψει την κρυφή ερωτική ιστορία της Φωτεινής και τα μυστικά μέιλ, θα προσπαθήσει να πείσει τη Βέρα να τον βοηθήσει να γράψει ένα θεατρικό έργο βασισμένο σε αυτό το love story. Παράλληλα ο Κάρολος μαθαίνοντας για τα αισθήματα της Φωτεινής αποφασίζει να βγει μαζί της μόνο και μόνο  για να μπορέσει με τις παρατηρήσεις του να προχωρήσει την διατριβή του.

Έτσι, αυτό το θλιμμένο πλάσμα, η Φωτεινή , γίνεται αντικείμενο κακοποίησης  και από τους τρεις φίλους της που την χρησιμοποιούν με ιδιοτελή κίνητρα και την εκμεταλλεύονται ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ενώ αυτή παραμένει αντικειμενικά μόνη, ζώντας μέσα από τη φαντασία και τις αναμνήσεις της.

Το έργο έγραψε ο Βασίλης Κατσικονούρης, με μακριά διαδρομή και μεγάλη εμπειρία στην θεατρική συγγραφή. Και δικαιώνει για ακόμη μια φορά το όνομά του. Γιατί το θεατρικό είναι εξαιρετικά καλογραμμένο, με υπόθεση που ιντριγκάρει και κεντρίζει το ενδιαφέρον των θεατών και συνεχείς ανατροπές. Ακόμη, έντονο χιούμορ το διαπερνά και φέρνει πολλές φορές το γέλιο στα χείλη του κοινού. Τέλος, είναι  γεμάτο από μεταφυσικά στοιχεία και συμβολισμούς, που το εμπλουτίζουν και του δίνουν μιαν άλλη διάσταση. Ένας από αυτούς αφορά το περιβόητο ποτάμι με το κελαρυστό νερό, όπου γεννήθηκε ο έρωτας της Βέρας και του Αντρέα. Ένας πίνακάς του ποταμιού αυτού κοσμεί μάλιστα το σαλόνι του σπιτιού τους. Και ναι, όταν το ζευγάρι  ξαναεπισκέπτεται μετά από χρόνια το ονειρεμένο ποτάμι, αυτό είναι πια ξερό, χωρίς ίχνος νερού, όπως ξεράθηκε και χάθηκε εντελώς και ο έρωτας ανάμεσα στη  Βέρα και τον Αντρέα.

Πέρα όμως από το έργο που φέρει τη σφραγίδα ενός πολύπειρου συγγραφέα και τα έχει όλα, τα εύσημα αξίζει να δώσουμε πραγματικά και στην Φρόσω Λύτρα για την ευρηματική σκηνοθεσία. Η σκηνοθέτης πήρε το κείμενο, το έκανε κτήμα της και ειλικρινά το ανέδειξε πλάθοντας από αυτό έναν δικό της ονειρικό κόσμο και μια ποιητική παράσταση διαμάντι. Αυτό που προδιαθέτει άμεσα τον θεατή για ότι  πρόκειται να ακολουθήσει είναι ένα  υπέροχο σκηνικό, ένας τεράστιος, ολάνθιστος, μπουμπουκιασμένος  κήπος με άπειρα διάσπαρτα λουλούδια και φυτά, όπου ακούγονται μελωδικές φωνές πουλιών. Ναι, κάπως έτσι θα ήταν σίγουρα ο παράδεισος. Ο παράδεισος αυτός δένει ακριβώς με όλα τα μεταφυσικά στοιχεία του κειμένου, αλλά και απαλύνει τους πόνους που προκαλούν στην ηρωίδα τα οικεία της πρόσωπα. Μέσα στον παράδεισο που έπλασε η Φρόσω Λύτρα όλοι και όλα κινούνται με αρμονία. Στο βάθος ένα τεράστιο τραπέζι που γίνεται χώρος δράσης, αλλά και μια λιμνούλα, ένα μπαρ,  ένα γραφείο και ένα κρεβάτι, όλα φτιαγμένα από λουλούδια και γρασίδι. Στο λουλουδιασμένο σκηνικό ενσωματώνονται και κάποια αυθεντικά έργα τέχνης, δημιουργίες του εικαστικού καλλιτέχνη Στέλιου Γαβαλά, που δίνουν ακόμη μια πινελιά ποιότητας στην όλη δημιουργία. Το σκηνικό επιμελήθηκαν η Φρόσω Λύτρα και η Δανάη Πανά, ενώ τα κοστούμια, όλα με προσωπικότητα φέρουν τη σφραγίδα του Νίκου Χαρλαύτη.

Η Φαίη Κοκκινοπούλου στον ρόλο της Φωτεινής καταφέρνει να διεισδύσει βαθιά στην ψυχοσύνθεση της αγνής αυτής κοπέλας και ανεπιτήδευτα, με απλότητα,   με ένα φωτεινό πρόσωπο και ένα απαλό μειδίαμα μας πείθει για την άδολη ψυχή της και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Είναι εξαιρετική στο ρόλο και κερδίζει τις εντυπώσεις.

Στο ρόλο της Βέρας η Άννα Ευθυμίου αποδίδει με πάθος και πολύ επιτυχημένα την έντονη προσωπικότητα της διαφημίστριας, ενώ έχει εξαιρετική κίνηση και κάποιες στιγμές λικνίζεται υπέροχα και χορευτικά πάνω στη σκηνή.

Ο Δημήτρης Σιακάρας στο ρόλο του  συγγραφέα είναι απολαυστικός καθώς διακατέχεται από το πάθος της συγγραφής και καμιά στιγμή δεν ξεφεύγει από αυτό, δέσμιος της ανάγκης του για ένα νέο έργο, μια νέα επιτυχία!

Ο Νίκος Τσολερίδης τέλος στο ρόλο του Κάρολου είναι σοβαρός και αποδίδει με φυσικότητα και ρεαλιστικότητα τον αφοσιωμένο θεραπευτή.

Τα βλέμματα όμως  κλέβει  με την λιτή παρουσία της και τις χορευτικές της ικανότητες καθώς χορεύει και κινείται αρμονικά και η άξια και ταλαντούχα Αναστασία Κελέση που έφτιαξε και τις χορογραφίες και επιμελήθηκε την κίνηση. Η Αναστασία ερμηνεύει την Φωτεινή σε νεαρή ηλικία, την Φωτεινή της αθωότητας, ένα alter ego της ηρωίδας που δεν μιλά αλλά απλά είναι εκεί και η παρουσία της  είναι μια ιδέα της Φρόσως Λύτρα.

Αξίζει να αναφερθεί τέλος η εξαιρετική πρωτότυπη μουσική που παίζει πρωτεύοντα ρόλο καθώς ακούγεται συνεχώς και δίνει σε όλο το έργο και στην παράσταση μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Την μουσική έγραψαν οι DNA, δηλαδή ο Μιχάλης Νιβολιανίτης και ο Αλέξανδρος Χρηστάρας. Ενορχηστρωτής όμως σε όλα τα παραπάνω σκηνικά, μουσικές ,ερμηνείες είναι αναμφίβολα και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία η σκηνοθέτης Φρόσω Λύτρα.

Η καινούρια παράσταση του Κ.Θ.Β.Ε. «ΠΗΡΕ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ» είναι μια δουλειά υψηλής αισθητικής με πανάξιους συντελεστές, μια παράσταση με φυσιογνωμία, με ουσία και πολλά μηνύματα μα και ταυτόχρονα ονειρική, ένα πραγματικό κομψοτέχνημα. Μην καθυστερείτε! Σπεύσατε να την  απολαύσετε!!

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Σκηνοθεσία: Φρόσω Λύτρα

Σκηνικά: Φρόσω Λύτρα, Δανάη Πανά

Κοστούμια: Νίκος Χαρλαύτης

Πρωτότυπη μουσική: DNA (Μιχάλης Νιβολιανίτης, Αλέξανδρος Χρηστάρας)

Χορογραφία-επιμέλεια κίνησης-βοηθός σκηνοθέτη: Αναστασία Κελέση

Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου

Οργάνωση Παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη

 

Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά): Άννα Ευθυμίου (Βέρα), Φαίη Κοκκινοπούλου (Φωτεινή), Δημήτρης Σιακάρας (Αντρέας), Νίκος Τσολερίδης (Κάρολος)

 

Χορεύτρια επί σκηνής: Αναστασία Κελέση

 

 

 

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Σοκαριστικό, καθηλωτικό «ΣΤΑ ΑΚΡΑ»


Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου



Το πολυβραβευμένο έργο του Αμερικανού συγγραφέα Γουίλιαμ Μαστροσιμόν «ΣΤΑ ΑΚΡΑ»  (EXTREMETIES), σε μετάφραση και διασκευή του Αλέξανδρου Τσαμουρλίδη ανεβαίνει αυτές τις μέρες στο θέατρο Αμαλία. To έργο   γράφτηκε την δεκαετία του 1970, αλλά ήταν απαγορευμένο λόγω θεματολογίας και πρωτοπαίχτηκε   στο θέατρο το 1982 στη Νέα  Υόρκη.

Ένας άντρας εισβάλλει ξαφνικά σε ένα διαμέρισμα και αποπειράται να βιάσει τη Μάρτζορυ, την κοπέλα που μένει εκεί. Ο επίδοξος βιαστής φαίνεται πως γνωρίζει τα πάντα για αυτήν παρακολουθώντας την στενά μα και έχοντας παραβιάσει την αλληλογραφία της. Πάνω στην απόπειρα  του βιασμού κοντεύει σχεδόν να την πνίξει, αλλά η κοπέλα καταφέρνει να τον ακινητοποιήσει. Μετά από όλα αυτά και καθώς ο εισβολέας της λέει πως κανένας δεν θα την πιστέψει και απειλεί να την σκοτώσει στο μέλλον, η κοπέλα φρικάρει και παραφρονεί και αρχίζει να σκέφτεται να τον θάψει ζωντανό.

Στο σημείο αυτό ομολογώ πως η εξέλιξη μου φάνηκε ακραία και εξωπραγματική, αλλά βέβαια θα μου πείτε πώς αλλιώς θα λεγόταν το έργο «ΣΤΑ ΑΚΡΑ». Θα ακολουθήσουν κι άλλες εξελίξεις όταν επιστρέψουν οι δύο συγκάτοικοί της Μάρτζορυ, Τέρρυ και Πατρίτσια, που θα προσπαθήσουν να της αλλάξουν γνώμη. Στις οριακές αυτές καταστάσεις οι διάλογοι που προκύπτουν είναι εξαιρετικοί, καθώς η κοπέλα έρχεται σε αντιπαράθεση με τις φίλες της, αλλά και οι τρεις γυναίκες σε αντιπαράθεση με τον επίδοξο βιαστή, ονόματι Μάικ. Οι συζητήσεις και οι  συνεχείς  ανατροπές είναι ανατριχιαστικές, με εκβιασμούς και απειλές από όλες τις πλευρές κυρίως όμως από το στόμα του Μάικ, ο οποίος επίσης με χειριστικό τρόπο προσπαθεί να στρέψει την Τέρρυ και την Πατρίτσια εναντίον της Μάρτζορυ.

Και εδώ αναδεικνύεται το τραγικό της ιστορίας. Πώς δηλαδή η Μάρτζορυ οδηγείται στο σημείο να πρέπει να απολογηθεί ενώ βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν βιαστή και πώς δεν μπορεί να βρει το δίκιο της. Και η ηρωίδα μας δεν είναι η μόνη. Δεκάδες γυναίκες καθημερινά διστάζουν να καταγγείλουν έναν βιασμό φοβούμενες τον διασυρμό αλλά και μήπως οι κατηγορίες στραφούν εναντίον τους, ότι δηλαδή μπορεί να βιάστηκαν αλλά προκάλεσαν. Και έτσι οι βιαστές μένουν ατιμώρητοι.

Πάντως,  όταν ο Μάικ χαλαρώνει λίγο, αλλά και μέσα από το φόβο και το άγχος του  ξεστομίζει συχνά αστείες ατάκες, που κάνουν τους θεατές να ξεσπούν σε γέλια, σπάζοντας λίγο το βάρος των δυσάρεστων εξελίξεων και των καταστάσεων.

Την σκηνοθεσία ανέλαβε  ο Αλέξανδρος Τσαμουρλίδης, ο οποίος ερμηνεύει και τον ρόλο του Μάικ. Έχει λοιπόν τριπλό και άρα καταλυτικό ρόλο. Μεταφραστής και διασκευαστής, ηθοποιός και σκηνοθέτης, που σημαίνει μεγάλη εμπλοκή με το έργο, κάτι που είναι πάντα θετικό. Η σκηνοθεσία είναι ρεαλιστική και χωρίς να παρουσιάζει κάτι το εξεζητημένο εστιάζει λες στις ερμηνείες των ηθοποιών, στις σχέσεις και στις θέσεις μεταξύ τους. Συχνά πυκνά κάποια ωραία σκηνοθετικά ευρήματα αναδεικνύουν την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στους ήρωες. Θα ήθελα εδώ να σημειώσω πόσο ωραία εκτελούνται από τους ηθοποιούς οι δύσκολες και γρήγορες σκηνές, όπως η απόπειρα του βιασμού αλλά και η εξουδετέρωση του επίδοξου βιαστή, πράγμα που σημαίνει σαφείς οδηγίες, καλή οργάνωση, μεγάλη προσπάθεια, σημασία στη λεπτομέρεια και πολλές πρόβες.

Η Μαριάννα Πασχάλη ανταπεξέρχεται με επιτυχία στον απαιτητικό ρόλο της Μάρτζορυ. Πέρα από μεγάλη ευχέρεια στις κινήσεις και αρτιότητα στους χειρισμούς καταφέρνει να περνά και στο πρόσωπό της την τραγική της θέση. Έτσι, αναπτύσσει ένα απόλυτα διαταραγμένο, πονεμένο και χαμένο προσωπείο.

Στον ρόλο του Μάικ ο Αλέξανδρος Τσαμουρλίδης με μεγάλη άνεση καταφέρνει να γίνει αντιπαθής, όπως το απαιτεί ο ρόλος, όμως και με μεγάλη ευκολία στιγμές στιγμές ξεγελά και καταφέρνει να γίνεται και συμπαθής, όταν βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Αυτό το κοντράστ πετυχαίνεται απόλυτα και αξίζει συγχαρητηρίων.

Η Ηλιάνα Τσίλη στιβαρή και δυναμική ερμηνεύει επιτυχημένα τον ρόλο της Πατρίτσια, που είναι η φωνή της λογικής. Πιο χαλαρή η Ελένη Τατάκη αποδίδει ωραία την αφελή και πιο ανάλαφρη της παρέας, Τέρρυ.

Το σκηνικό είναι σχετικά πρόχειρο αλλά λειτουργικό. Ούτως ή άλλως παρουσιάζει ένα απλό καθημερινό καθιστικό. Τα κοστούμια είναι πετυχημένα και προβάλλουν ικανοποιητικά την προσωπικότητα του καθενός.

Το έργο στα άκρα είναι η προσπάθεια τεσσάρων νεαρών καλλιτεχνών με πολύ ταλέντο και πολύ μεράκι να ανεβάσουν στη σκηνή ένα βραβευμένο αλλά σίγουρα δύσκολο έργο. Και μετά από πολύ κόπο και αγώνα φαίνεται πως τα καταφέρνουν θαυμάσια, δίνοντας μία σοκαριστική, καθηλωτική παράσταση. Το αποτέλεσμα τους δικαιώνει.  Αξίζει να το δείτε!!


Συντελεστές:

·         Ηθοποιοί: Ηλιάνα Τσίλη, Ελένη Τατάκη, Μαριάννα Πασχάλη, Αλέξανδρος Τσαμουρλίδης

·         Σκηνοθεσία-Διασκευή: Αλέξανδρος Τσαμουρλίδης

·         Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου και πολιτισμού “ΤΣΙΛΗ “


Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Λιτή, σπαρακτική, «Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΛΙΝ».


Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου


Ένας ταλαιπωρημένος άνθρωπος, ένας γέροντας, ο κύριος Λιν,  ξεφεύγει από πολέμους και κακουχίες στη γενέθλιά χώρα του και επιβιβάζεται σε ένα καράβι, το καράβι της σωτηρίας, το καράβι της προσφυγιάς. Μαζί του το μοναδικό πλάσμα που διασώθηκε από την οικογένεια του , ένα βρέφος, η εγγονούλα του Σανγκ Ντιού, που σημαίνει γλυκό πρωινό. Ο κύριος Λιν δεν την αφήνει στιγμή από τα χέρια του, την σφιχταγκαλιαζει και την περιποιείται με ζέση, μιας και είναι γι’ αυτόν η μονάκριβη.

Και ο ήρωάς μας φτάνει σε μιαν ευρωπαϊκή χώρα. Είναι μόνος και δεν μιλά τη γλώσσα. Γνωρίζει όμως εκεί έναν παχύ κύριο που κάθεται στο ίδιο με αυτόν παγκάκι. Ο κύριος Μπαρκ συχνά πυκνά του αγγίζει τον ώμο. Μοιράζονται κι οι δύο ένα πένθος. Ο κύριος Μπαρκ μόλις έχασε την γυναίκα του, που είχε το καρουζέλ στην πλατεία. Ο Μπαρκ μιλάει μα ο κύριος Λιν δεν καταλαβαίνει και απαντάει μόνο «Τάο Λάι» και πάλι «Τάο Λάι», δηλαδή καλημέρα. Όμως σιγά σιγά οι δυο πονεμένοι άντρες γίνονται σύντροφοι. Κι αν δεν μοιράζονται την ίδια γλώσσα, καθώς μια δυνατή φιλία αναπτύσσεται μεταξύ τους θα μιλήσουν και θα επικοινωνήσουν με τη γλώσσα της ψυχής.

Ο συγγραφέας Philippe Claudel είναι ένας σύγχρονος Γάλλος πολυβραβευμένος δημιουργός. Το έργο του μάλιστα «Η Αγαπημένη του κυρίου Λιν» πήρε το βραβείο Prix Solidarite du Groupe Harmonie. Σε ένα λιτό αλλά παραστατικό κείμενο ο συγγραφέας παρουσιάζει το δράμα της προσφυγιάς και την τραγική ιστορία του κυρίου Λιν. Και ακόμη τον πόνο και την απώλεια μα και μιαν υπέροχη δυνατή φιλία που θα έρθει να γιατρέψει και να ζεστάνει τις παγωμένες ψυχές των ηρώων.

Κάθε φράση του κειμένου καθώς βγαίνει από το στόμα του αφηγητή είναι και μια ολοζώντανη εικόνα που σχηματίζεται μπροστά μας, από τον γέρο Λιν όπως πρωτοεμφανίζεται στο κατάστρωμα, μέχρι τους δυο φίλους, έναν γέρο κι έναν παχύ κύριο σε ένα παγκάκι, αλλά και μέχρι τις φροντίδες προς την αγαπημένη εγγονούλα, που  τόσο στοργικά προσφέρει ο κύριος Λιν. Ένα κείμενο τόσο πλούσιο σε εικόνες που μέσα από την αφήγηση του πλάθει λες μια νοερή κινηματογραφική ταινία, που αν δεν την βλέπουμε, όμως την φανταζόμαστε και την οραματιζόμαστε. Κι εκεί οφείλεται η επιτυχία του.

Αυτό το τόσο δυνατό κείμενο παίρνει ο Βέλγος σκηνοθέτης Guy Cassiers, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους σκηνοθέτες και πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Toneelhuis και το παραδίδει μέσα από την προσωπική ματιά του στο κοινό, μια ματιά που παντρεύει τα δυο μεγάλα του πάθη, την εικαστική τεχνολογία και την λογοτεχνία. Μια ματιά λιτή και τόσο καθαρή που αναδεικνύει την εξίσου καθαρή γραφή του συγγραφέα. Αποφεύγοντας οποιαδήποτε υπερβολή στη σκηνοθεσία ο    Cassiers  δίνει ακόμη περισσότερη δύναμη στο κείμενό του και εστιάζει σε αυτό. 

Λίγες καρέκλες και κάποια μικρόφωνα είναι πάνω στη σκηνή, ενώ πίσω στο video wall προβάλλονται λέξεις. Λέξεις σημαντικές, λέξεις κλειδιά που επιλέγει ο σκηνοθέτης. Κάποιες στιγμές ιδιαίτεροι ήχοι, κρότοι, θόρυβοι κατακλύζουν τη σκηνή βυθίζοντας τους θεατές ακόμη περισσότερο στην οπτική του Cassiers .

Μα ο απόλυτος καταλύτης, αυτός που θα δώσει σάρκα και οστά στο όραμα σκηνοθέτη και συγγραφέα είναι ο πολύπειρος και καταξιωμένος ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. Ο Μαρκουλάκης, υπογράφει και την μετάφραση του έργου, έχοντας έτσι κάνει ακόμη περισσότερο κτήμα του το έργο αυτό. Ο ηθοποιός αποδίδει όχι μόνο τον ρόλο του αφηγητή, αλλά και αυτόν του κυρίου Μπαρκ. Οι δυο ρόλοι μπλέκονται μεταξύ τους και αλληλοσυμπληρώνονται, ενώ όταν μιλάει ο κύριος Μπαρκ πολύ συχνά μια κάμερα τον παρακολουθεί και προβάλλει την κινούμενη εικόνα του στο videowall πλάι σε ένα πανομοιότυπο ακίνητο είδωλό του. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης προσφέρει μια γοητευτική αφήγηση με καθαρή άρθρωση και λιτές κινήσεις. Τίποτε περιττό δεν υπάρχει στη σκηνή. Μα καθώς η υπόθεση  κορυφώνεται η φωνή του σκιρτά, λυγίζει  και πάλλεται από άπλετη συγκίνηση. Τα γεγονότα είναι συγκλονιστικά όπως συγκλονιστική είναι και η ερμηνεία.

Συμπερασματικά πρόκειται για ένα δυνατό και γλαφυρό κείμενο που αναδεικνύει ολοζώντανες εικόνες πάνω στη σκηνή και που θίγει με εξαιρετικά εύστοχο και παραστατικό τρόπο σύγχρονα προβλήματα, όπως η διαφορετικότητα, η αποξένωση , το πένθος, η μοναξιά μα και η φιλία, η ανθρωπιά, η παρηγοριά, η αγάπη. Παρακολουθώντας κείμενα σαν αυτό, τόσο ζωντανό μα και τόσο τραγικό συνάμα, ένα σκίρτημα δεν μπορεί παρά να ταράξει την καρδιά μας τη στιγμή που χιλιάδες άνθρωποι πάνω στη γη  βιώνουν καθημερινά τον πόνο και την προσφυγιά και να έρθουμε για λίγο στη θέση τους. Και τότε σίγουρα θα έρθουμε πιο κοντά στον άνθρωπο και θα γίνουμε καλύτεροι  άνθρωποι.

«Η αγαπημένη του κυρίου Λιν» είναι μια συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με τον πολιτιστικό οργανισμό Λυκόφως. Tρεις υπέροχοι άνθρωποι, τρεις μοναδικοί καλλιτέχνες, συγγραφέας Claudel, σκηνοθέτης Cassiers και ηθοποιός Μαρκουλάκης  είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για την παράσταση αυτή, που μαζί με κάποιους άλλους συντελεστές δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους για αυτό το εξαιρετικό αποτέλεσμα. Και ένα είναι σίγουρο, δεν έτυχε…. πέτυχε!

 

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

«ΤΟΥΡΚΟΜΕΡΙΤΙΣΣΑ», ένα κείμενο ΚΕΝΤΗΜΑ, μια ερμηνεία ΔΙΑΜΑΝΤΙ




Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου

Ένα λαμπρό  κείμενο, γεμάτο σημαντικές πληροφορίες αλλά και πόνο, συγκίνηση, συναίσθημα είναι το κείμενο που έγραψε ο Δημήτρης Καρατζιάς  για τη Τουρκομερίτισσα, που δεν είναι άλλη από την εμβληματική τραγουδίστρια Μαρίκα Νίνου.

Την Μαρίκα, που αφού έζησε μια γεμάτη ζωή, δυο γάμους, μια μεγάλη καριέρα και έναν πολύ δυνατό έρωτα με τον μεγάλο Βασίλη Τσιτσάνη έφυγε μόλις στα 35 της χρόνια χτυπημένη από την επάρατη νόσο. Τέσσερα χρόνια μετά μην μπορώντας να ξεπεράσει τον πρόωρο χαμό της ο Τσιτσάνης της γράφει το τραγούδι « Κυριακή σε γνώρισα, Κυριακή σε χάνω, θέλω να είναι Κυριακή και αυτή που θα πεθάνω..»

Το κείμενο ξεκινά να αφηγείται την ιστορία της οικογένειας της Μαρίκας και της Ελλάδας πριν ακόμα από την γέννηση της μεγάλης τραγουδίστριας το 1922. Και καταθέτει με λεπτομέρειες τον ξεριζωμό των προσφύγων από τις αγαπημένες πατρίδες και την επεισοδιακή μετεγκατάσταση στην Ελλάδα. Μαζί τους και η Μαρίκα, εξ ου και Τουρκομερίτισσα. Στη συνέχεια επικεντρώνεται στη ζωή της μεγάλης αοιδού και ξεδιπλώνει όλες τις πτυχές της προσωπικότητας και της βιογραφίας της, με απλότητα, αμεσότητα, αλλά και μεγάλη περιεκτικότητα. 

Η Ελένη Ουζουνίδου στον ομώνυμο ρόλο, όλο γλύκα, χάρη, μπρίο και τσαχπινιά, ενσαρκώνει εξαιρετικά την Μαρίκα, σαν αληθινή, ταξιδεύοντάς μας ιδανικά στη ζωή και το έργο της, ενώ τραγουδάει και μερικά από τα τραγούδια της. Μαζί της ο συγγραφές Δημήτρης Καρατζιάς στον ρόλο του αφηγητή αλλά και του Τζίμη του χοντρού, στενού συνεργάτη της. Όλα αυτά σε ένα λιτό σκηνικό με δύο μόνο τραπέζια και λίγες καρέκλες, δύο από τις οποίες παριστάνουν τις καρέκλες του πάλκου. Στο βάθος μια διαφήμιση του μαγαζιού και του προγράμματος.

Αξίζει να το δείτε για να γνωρίσετε αυτή την μοναδική γυναίκα με την σύντομη αλλά ταραχώδη ζωή και να απολαύσετε όλο το κλίμα και ιστορίες για τους επώνυμους  της εποχής.   Ένα κείμενο κέντημα, μια ερμηνεία διαμάντι. Μόνο για άλλες δύο παραστάσεις στο θέατρο Αμαλία.

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Καθηλωτική, συγκινητική η «ΣΕΒΑΣ ΧΑΝΟΥΜ»

 

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου

Μια καθηλωτική, συγκινητική ερμηνεία έδωσε η Κωνσταντίνα Μιχαήλ στο θέατρο ΑΥΛΑΙΑ, στο ρόλο της θρυλικής λαϊκής τραγουδίστριας Σεβάς Χανούμ. Η Σεβάς ήταν ποντιακής καταγωγής και γεννήθηκε στη Δράμα το 1931 με το όνομα Σεβαστή Παπαδοπούλου, ενώ το ψευδώνυμο με το οποίο έγινε διάσημη της το έδωσε ο  Τζίμης ο Χοντρός, ιδιοκτήτης της ομώνυμης ταβέρνας. Συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους δημιουργούς της εποχής, Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Περπινιάδη, Παπαϊωάννου, Μπίνη, Χιώτη.

Η τραγουδίστρια  το 1983 δέχεται την επίσκεψη του δημοσιογράφου Γιώργου Χρονά, που καταγράφει την αφήγηση της ζωής της σε ένα κασετοφωνάκι και γράφει ένα μονόπρακτο, το οποίο  ο Κωνσταντίνος Ρήγος  μετατρέπει αργότερα  σε θεατρική παράσταση.

Η Σεβάς είναι ένα δυναμικό κορίτσι με υπέροχη φωνή, που το σκάει από το σπίτι και τραγουδάει κρυφά από τα 13 της χρόνια, ενώ τρώει γι αυτό πολύ ξύλο από την οικογένειά της. Ο Αττίκ την παροτρύνει να αφήσει την γενέτειρα της και να κατέβει στην Αθήνα. Έτσι, γίνεται μεγάλη φίρμα κοντά στον Τζίμη και κάθε βράδυ αποθεώνεται από τους θαμώνες. Ώσπου, κάποια μέρα θα έρθει στα χέρια με την μεγάλη Μαρίκα Νίνου, που ήρθε να της πάρει τη θέση στο μαγαζί. Τότε ο Μανώλης Χιώτης έγραψε τον ακόλουθο στίχο: «Στου Μάριου εχτύπησε το σήμα του κινδύνου γιατί επλακώθηκε η Σεβάς με τη Μαρίκα Νίνου!». Στη συνέχεια η Σεβάς ζει έναν μεγάλο έρωτα με τον Στέλιο Καζαντζίδη, η μητέρα του όμως θα αποτρέψει τον γάμο τους και έτσι θα χωρίσουν. Οι τρεις μεγάλοι νταλκάδες της ζωής της, ο καφές, το ποτό και το τσιγάρο ή ίσως και η αδύναμη κράση της θα την οδηγήσουν αργότερα στον καρκίνο, θα της αφαιρεθεί το στομάχι και η ασθένεια αυτή  θα την στοιχειώνει μέχρι το τέλος της ζωής της.


 Η Κωνσταντίνα Μιχαήλ μπαίνει πραγματικά στο πετσί του ρόλου και ερμηνεύει συγκινητικά και καθηλωτικά τον ρόλο αυτής της μεγάλης αοιδού. Όλο  της το σώμα κυρτώνει και γέρνει υποδειγματικά, ενώ όλες της οι κινήσεις υποδηλώνουν μια κουρασμένη και άρρωστη γυναίκα. Αφηγείται με βραχνή φωνή στην οποία φαίνεται η επήρεια του τσιγάρου και η αφήγησή της συνεπαίρνει τον θεατή. Οι συσπάσεις του προσώπου της δίνουν κι αυτές τον πόνο της Σεβάς που βρίσκεται πια στην παρακμή της, αν και δηλώνει απόλυτα χορτασμένη από την προηγούμενη γεμάτη και έντονη ζωή της.

Η όμορφη σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου  ντύνει ευχάριστα το κείμενο, ενώ την πρωταγωνίστρια πλαισιώνει ο Ιάσονας Χρόνης στον ρόλο του δημοσιογράφου, αλλά και ενός μουσικού που ερμηνεύει παλιά λαϊκά τραγούδια υπό τους ήχους μιας ηλεκτρικής κιθάρας. Ο ίδιος άνθρωπος αναλαμβάνει να γράψει και σημαντικά για την παράσταση ονόματα ή φράσεις στον απέναντι τοίχο και στο πάτωμα με κιμωλία, αν και δεν μπορέσαμε να διαβάσουμε καθαρά όλα όσα γράφτηκαν στο πάτωμα. Το video wall προβάλλει κάποιες εικόνες σχετικές με όσα διαδραματίζονται και εμπλουτίζει τις σκηνές.

Το σκηνικό είναι αντιπροσωπευτικό μιας παλιάς εποχής, όπως θα ήταν μάλλον τα έπιπλα της Σεβάς. Ένα τραπεζάκι με τραπεζομάντηλο, πάνω του δυο λαμπατέρ, ένα βάζο, μερικές κορνίζες, επίσης κάποια ράφια, κούκλες, ένα καντήλι. Δίπλα ένας παλιός καναπές και ακουμπισμένο το παλτό της πρωταγωνίστριας, αλλά και ένα ξεστόλιστο χριστουγεννιάτικο δεντράκι.

Το κείμενο είναι πραγματικά ενδιαφέρον και περιεκτικό και θα μάθετε πολλά που δεν γνωρίζατε για εκείνη την μαγική εποχή, καλή και η σκηνοθεσία, αλλά αυτό που ξεχωρίζει ακόμη περισσότερο είναι η δυνατή ερμηνεία. Η Κωνσταντίνα Μιχαήλ μας κερδίζει, μας κατακτά, μας βάζει βαθιά μέσα στην ζωή της και μας κάνει να κρεμόμαστε από τα χείλη της. Σπεύσατε  να το δείτε για να γνωρίσετε την Σεβάς Χανούμ, μια μεγάλη τραγουδίστρια και έντονη προσωπικότητα αλλά και άλλες γνωστές προσωπικότητες της εποχής και για να απολαύσετε την Κωνσταντίνα Μιχαήλ σε μια πραγματικά αξιόλογη ερμηνεία.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενο : Γιώργος Χρονάς
Σκηνοθεσία - διασκευή: Κωνσταντίνος Ρήγος
Ερμηνεύει η Κωνσταντίνα Μιχαήλ
Στο ρόλο του δημοσιογράφου ο Ιάσονας Χρόνης