Κυριακή 14 Απριλίου 2024

«ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΑΝΝΕΤΑ», ένα σπουδαίο έργο, μια καλαίσθητη παράσταση.

 

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου

Είναι η πρώτη φορά φέτος που το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ανεβάζει έργο του μεγάλου Γάλλου δραματουργού, Ζαν Ανούιγ. Πρόκειται για το έργο «Ρωμαίος και Αννέτα». Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε τον τίτλο από τον Σαίξπηρ, ενώ δεν υπάρχει καμία επιπλέον σύνδεση με το σαιξπηρικό έργο πέραν του ότι και τα δύο διαπραγματεύονται έναν πολύ μεγάλο, έναν μοιραίο και τραγικό έρωτα. Πρόκειται λοιπόν για ένα τελείως αυτόνομο έργο στο οποίο βέβαια η πένα του Ανούιγ κεντάει πραγματικά πλάθοντας μιαν εξαιρετική, δυνατή ιστορία αγάπης και ταυτόχρονα ένα μοναδικό σχόλιο για τον έρωτα, τον πόθο, τη ζήλια, το μίσος, το συμβιβασμό ή μη και το θάνατο.

Η μεγάλη κυρία του Ελληνικού Θεάτρου και του σπιτιού του ηθοποιού, η Άννα Φόνσου, μια αειθαλής, εμπνευσμένη και ακούραστη γυναίκα αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει την παράσταση αυτή με μεγάλη αγάπη για το έργο, το οποίο την έχει αγγίξει από τα νεανικά της χρόνια και της ξυπνά γλυκές αναμνήσεις. Είναι γιατί πρωταγωνίστησε σε αυτό κάποιες δεκαετίες πριν, όταν το ανέβασε ο μεγάλος δάσκαλός της Αλέξης Σολομός, που έχει κάνει και την μετάφραση.

Η Τζούλια, μια καλόβολη κοπέλα επιστρέφει στο πατρικό  της σπίτι μετά από πολύ καιρό μαζί με τον αρραβωνιαστικό της Φρέντερικ και την μητέρα του. Όμως η οικογένειά της, μια διαλυμένη οικογένεια γεγονός  που αποτελεί πληγή για την ηρωίδα, την απογοητεύει ακόμη μια φορά. Είναι εκεί ο κατεστραμμένος πατέρας της και ο μέθυσος αδερφός της Λουκιανός, που έχει καταρρεύσει αφού τον εγκατέλειψε η σύζυγός του. Μα και η αδερφή της, η Αννέτα, το πλέον μαύρο πρόβατο της οικογένειας που ζει μιαν ελεύθερη και αντισυμβατική ζωή, η οποία παρ’ όλα αυτά δεν την κάνει ευτυχισμένη. Τι θα συμβεί άραγε όταν  αυτοί οι άνθρωποι συναντηθούν μεταξύ τους;

Αν και πρόκειται για μια τραγική ιστορία ο συγγραφέας την εμπλουτίζει με αρκετά στοιχεία χιούμορ και ευτράπελες καταστάσεις που προκαλούν τα ιδιόμορφα μέλη της οικογένειας, κυρίως ο πατέρας και ο αδερφός, ενώ είναι γεμάτη και από τα αποφθέγματα και τις φιλοσοφίες του μορφωμένου Λουκιανού.

Δεν ξέρω τι να πω για τη σκηνοθεσία της Άννας Φόνσου, δε χρειάζεται να πω πολλά, το μόνο σίγουρο είναι ότι μας ταξίδεψε και μας μάγεψε. Χωρίς εκκωφαντικά ευρήματα έδωσε όμως τέλεια το κλίμα της  εποχής και την ψυχοσύνθεση των ηρώων. Πρόκειται για μια ζεστή, ρομαντική σκηνοθεσία που προκαλεί οικειότητα και φέρνει τους πρωταγωνιστές κοντά στους θεατές. Όλες οι ηθοποιίες ήταν εξαιρετικές αλλά και η αλληλεπίδραση των ηθοποιών πάνω στη σκηνή ήταν ιδιαίτερα πετυχημένη. Πόσο όμορφες και δυνατές και οι  σκηνές του ερωτευμένου ζευγαριού!

Την έκπληξη έκανε η Ελένη Μισχοπούλου στο ρόλο της Αννέτας, που αντικατέστησε τη Χρύσα Ζαφειριάδου που είχε ένα ατύχημα. Με μόλις έξι πρόβες κατάφερε να αποδώσει άριστα τον σύνθετο και απαιτητικό ρόλο και της αξίζουν συγχαρητήρια. Γλυκιά και τρυφερή η Αίγλη Κατσίκη μας κατέκτησε ως Τζούλια. Στιβαρός, επικοινωνιακός ο Γεράσιμος Σοφιανός στον ρόλο του  Φρέντερικ. Σπουδαία κυρία η Έφη Δρόσου, ήταν υποδειγματική στον ρόλο της μητέρας. Στόφα καλού ηθοποιού ο Νίκος Νικόλαου κέρδισε τις εντυπώσεις στο ρόλο του πατέρα. Πολύ καλός και ο Δημήτρης Τσιλινίκος στο ρόλο του ταχυδρόμου. Άφησα τελευταίο τον ταλαντούχο Κωνσταντίνο Χατζησάββα στο ρόλο του Λουκιανού, που καταφέρνει πάντα να κλέβει την παράσταση.

Το σκηνικό είναι εντυπωσιακό και είναι μια μεγάλη διάφανη μπαλκονόπορτα που βλέπει προς τη θάλασσα. Τα υπόλοιπα σκηνικά στοιχεία είναι λίγα έπιπλα εποχής και τα εμπνεύστηκε η Δανάη Πανά.

Τα κοστούμια, καλόγουστα και vintage δίνουν τη διάθεση και το κλίμα μιας άλλης εποχής και τα σχεδίασαν μαζί η Άννα Φόνσου και η Δανάη Πανά.

Η μουσική του Γιώργου Ανδρέου είναι εξαιρετική, ενώ συχνά πυκνά  ήχοι της φύσης, όπως της θάλασσας, του αέρα και της βροχής μας ταξιδεύουν και μας εισάγουν ακόμη πιο βαθιά στην ατμόσφαιρα του έργου.

Η αρχή και το τέλος είναι έκπληξη και είναι εμπνευσμένα από τον κινηματογράφο, μιαν άλλη μεγάλη αγάπη της σκηνοθέτιδας.

«Ρωμαίος και Αννέτα», ένα αριστουργηματικό έργο του μεγάλου Ζαν Ανούιγ, μια καλαίσθητη, καλοδουλεμένη, συγκινητική παράσταση σε σκηνοθεσία Άννας Φόνσου, που πρέπει να δείτε από το Κρατικό Θέατρο.

 

Συντελεστές:

Μετάφραση: Αλέξης Σολομός

Σκηνοθεσία: Άννα Φόνσου

Κοστούμια: Άννα Φόνσου

Σκηνικά- Κοστούμια: Δανάη Πανά

Μουσική: Γιώργος Ανδρέου

Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος

Βίντεο: Βαλλεντίνα Κόπτη

Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Καραμήτρη

Οργάνωση παραγωγής: Μαριλύ Βεντούρη

 

*Ευχαριστούμε τον κ. Γιώργο Ανδρέου για την ευγενική παραχώρηση των μουσικών του έργων, τα οποία αποτελούν αποσπάσματα από την σουίτα εγχόρδων “Αθανασία”.

 

Παίζουν:

Έφη Δρόσου: μητέρα

Χρύσα Ζαφειριάδου: Αννέτα

Αίγλη Κατσίκη: Τζούλια

Νίκος Νικολάου: Πατέρας

Γεράσιμος Σοφιανός: Φρέντερικ

Δημήτρης Τσιλινίκος: Ταχυδρόμος

Κωνσταντίνος Χατζησάββας: Λουκιανός

*Τον ρόλο της Αννέτας θα ερμηνεύσει η κυρία Ελένη Μισχοπούλου ως έκτακτη αντικατάσταση

 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2024

«Ο ΚΑΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΣΕ ΤΣΟΥΑΝ», μια λιτή αλλά πολύ μεστή απόδοση του έργου.

 

Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου


«Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» είναι ένα από τα αριστουργήματα του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Ο συγγραφέας ξεκινά να το γράφει το 1926 και το ολοκληρώνει το 1941 στις ΗΠΑ, όπου βρίσκεται εξόριστος. Το έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά το 1943, κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου στη Ζυρίχη.

Τρεις θεοί κατεβαίνουν στη γη αναζητώντας έναν καλό άνθρωπο. Στην πόλη Σε Τσουάν συναντούν τελικά την νεαρή πόρνη Σεν Τε, το μοναδικό πλάσμα που δέχεται να τους παραχωρήσει κάποιο κατάλυμα, τον μοναδικό καλό άνθρωπο. Οι θεοί για να την ευχαριστήσουν  της χαρίζουν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και με αυτό ανοίγει ένα καπνοπωλείο.

Τι γίνεται όμως μόλις η καλή Σεν Τε απόκτησε κάποια χρήματα; Όλοι γύρω της αρχίζουν να την εκμεταλλεύονται ζητώντας συνεχώς και με απίστευτο θράσος πράγματα όπως φαγητό, λεφτά, φιλοξενία. Η καλόκαρδη πόρνη νιώθει να συνθλίβεται από τους γύρω της, που δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει και την φέρνουν σε αδιέξοδο. Έτσι, σκαρφίζεται την ύπαρξη ενός ξαδέρφου, του Σουί Τα, που έρχεται κάποιες φορές να την υπερασπιστεί και να ρυθμίσει με δυναμισμό τις υποθέσεις της. Η Σεν Τε μεταμορφώνεται τότε στον αυστηρό, ίσως ακόμη και «κακό» Σουί Τα και με το νέο της πρόσωπο καταφέρνει να επιβιώσει απέναντι στους εκμεταλλευτές γειτόνους της. Μια κατά κράτος νίκη του κακού απέναντι στο καλό. Και μπαίνει έτσι το σημαντικό και διαχρονικό ερώτημα: «μπορεί κάποιος άνθρωπος να εξακολουθήσει να είναι καλός όταν ζει σε μια σκληρή κοινωνία εκμετάλλευσης;»

Ο Δημήτρης Καραντζάς, ένας  από τους πιο πολυσυζητημένους σκηνοθέτες της σύγχρονης Ελλάδας επιλέγει μια λιτή προσέγγιση του έργου. Όλοι οι ηθοποιοί είναι καθισμένοι σε καρέκλες  στο βάθος της σκηνής και  σηκώνονται λίγοι – λίγοι αναλαμβάνονας τους ρόλους τους. Το εντυπωσιακό ογκώδες σκηνικό του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη ανοίγει κάποια στιγμή σχηματίζοντας ένα κάδρο, όπου και συνεχίζεται  η υπόθεση. Δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα αντικείμενα απάνω στη σκηνή κι αυτά εμφανίζονται κάποιες στιγμές. Ένα γραφείο, λίγα ράφια, κάποιες σακούλες με καπνό. Έτσι όμως ο σκηνοθέτης χωρίς να αποσπά την προσοχή του κοινού με περιττά πράγματα καταφέρνει να επικεντρωθεί στον λόγο. Ο λόγος του Μπρεχτ βγαίνει καθαρός και κατατοπιστικός και τα επεισόδια αναδεικνύουν αριστοτεχνικά την κοινωνία που αποτελείται από φαύλους, μια κοινωνια όπου κανείς μαλακός δεν μπορεί να επιβιώσει.

Ακόμη, με αυτή την λιτή σκηνοθετική προσέγγιση και με όμορφες δυνατές εικόνες υπερτονίζεται κάθε φορά το καλό ή το κακό και αναδεικνύεται η πάλη μεταξύ τους χωρίς φιοριτούρες και περιττά στοιχεία. Και έτσι το έργο γίνεται απόλυτα κατανοητό και δίνεται δύναμη σε όλα όσα θέλει να θίξει και να καυτηριάσει ο συγγραφέας. Τι πιο χαρακτηριστικό από την εικόνα της Σεν Τε να προσφέρει αδιάκοπα τσάι σε όλους τους γείτονες; Ένα υπέροχο κάδρο όπου υπερτονίζεται η καλή πράξη μα και η εκμετάλλευση, καθώς η προσφορά φαίνεται να είναι  αδιάκοπη και μάλιστα χωρίς κανένα ευχαριστώ.  Ένα όμορφο σκηνοθετικό εύρημα που δεν  γίνεται άσκοπα μόνο για να προκληθούν εντυπώσεις, αλλά έχει  μια πραγματική στόχευση,  να αναδείξει κάποια σημαντική πτυχή του έργου.

Η Ιωάννα Δεμερτζίδου είναι τόσο γλυκιά και πειστική ως η καλόκαρδη Σεν Τε! Όλο της το σώμα αποπνέει μιαν απαλή αύρα και το πρόσωπό της φωτίζεται από καλοσύνη. Η φωνή της είναι μαλακή και ευγενική και είναι πραγματικά απόλαυση στις στιγμές που υποκρίνεται την ευάλωτη και πολύπαθη ηρωίδα. Στον ρόλο του Σουί Τα σκληραίνει αρκετά, και γίνεται τότε αποφασιστική και δυναμική.

Ο Νίκος Μήλιας στο ρόλο του Σουν μεταμορφώνεται ιδανικά στον αδίστακτο νεαρό αρραβωνιαστικό της με μια θαυμάσια ερμηνεία για άλλη μια φορά, ενώ έχει σίγουρα και το παράστημα και την εμφάνιση που ταιριάζει στον ρόλο αυτό.

Ο Ορέστης Παλιαδέλης στο ρόλο του νερουλά Βαγκ είναι καταιγιστικός και αποδεικνύει ξανά τις μεγάλες δυνατότητές του με μια  σημαντική ερμηνεία. Ο Βασίλης Παπαδόπουλος κερδίζει τις εντυπώσεις στο ρόλο του κουρέα Σου Φου. Ο Χρίστος Στυλιανού, μεγάλος ηθοποιός, ξεχωρίζει σε έναν σύντομο ρόλο, αυτό του μαραγκού.

Η Μπέττυ Νικολέση με αέρα και στυλ ερμηνεύει την μητέρα του Σουν, κυρία Γιαγκ. Καθηλωτικοί και οι τρεις θεοί Μαρία Χατζηιωαννίδου, Στέργιος Τζαφέρης και Γιάννης Καραμφίλης, με δυναμικό παράστημα και ωραίες ερμηνείες.

Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί ήταν εξαίρετοι. Είναι γνωστό το πόσο άξιο είναι το δυναμικό του Κ.Θ.Β.Ε. και όλοι σχεδόν οι συμμετέχοντες  στη  διανομή έχουν παίξει σε πρωταγωνιστικούς ρόλους.

 Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη ευφάνταστα και ξεχωριστά δίνουν κι αυτά τη φυσιογνωμία τους στο έργο, ενώ συντελούν στη δημιουργία όμορφων, ζωντανών εικόνων κατά τη δράση, αλλά και στοχευμένες ακίνητες εικόνες με εντολή του σκηνοθέτη.

Αξίζει να αναφέρουμε τη μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού που συνόδευε τη δράση σχεδόν  σε  όλη τη διάρκεια του έργου και κυρίως το καταπληκτικό τσέλο, που ανέβασε πολύ  την αισθητική της παράστασης. Άξιοι και οι φωτισμοί του Δημήτρη Κασιμάτη.

Άκουσα κάποια σχόλια για την μεγάλη διάρκεια του έργου, κάτι λιγότερο από  τρεις ώρες, αν και ο χρόνος μετά την πρώτη ώρα που οι ήρωες γίνονται πια γνωστοί και η υπόθεση περιπλέκεται κύλησε πολύ εύκολα. Τότε, ο ίδιος ο σκηνοθέτης μου είπε πως παρά τις τρεις ώρες έχουν ήδη κόψει πενήντα ολόκληρες σελίδες από το έργο. Δεν ξέρω αν ήταν μεγάλη η διάρκεια του έργου, αλλά καθώς το έχω ξαναδεί θέλω να αποδώσω τα εύσημα για τα χωρία που επιλέχθηκαν, αλλά και για την μετάφραση της Άννυς Κολτσιδοπούλου.

«Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» του Δημήτρη Καραντζά είναι μια λιτή αλλά ιδιαίτερα μεστή παράσταση, που μέσα από τις επιλογές των επεισοδίων, τα σκηνοθετικά ευρήματα και τις δυνατές ερμηνείες καταφέρνει να αποδώσει άριστα τα μεγάλα νοήματα και τους προβληματισμούς που απασχόλησαν τον μεγάλο Μπέρτολτ Μπρέχτ, ένα έργο διαχρονικό που συνεχίζει να μας  προβληματίζει με τις αλήθειες του.

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Μετάφραση: Άννυ Κολτσιδοπούλου, Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς, Σκηνικά:  Κωνσταντίνος Σκουρλέτης, Κοστούμια:  Ιωάννα Τσάμη, Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός, Kίνηση : Αλέξης Τσιάμογλου, Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης, Δραματουργός- Βοηθός σκηνοθέτις: Κορίνα Βασιλειάδου, Βοηθός σκηνογράφου: Μανώλης Ψωματάκης, Βοηθός ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή, Οργάνωση παραγωγής: Μαρίνα Χατζηιωάννου, Οδηγός σκηνής: Marleen Verschuuren, Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud)

 

*Β’ Βοηθός σκηνοθέτη, στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης: Ελίνα Τσιομπαρτζή

Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά): Μελίνα Αποστολίδου (Κυρία Μι Τσου), Τζωρτζίνα Δαλιάνη (Κυρία Σιν), Ιωάννα Δεμερτζίδου (Σεν Τε), Ελένη Θυμιοπούλου (Οικογένεια: Γυναίκα), Στέλιος Καλαϊτζής (Οικογένεια: Άντρας),  Γιάννης Καραμφίλης (Τρίτος θεός), Άγγελος Καρανικόλας (Άνεργος), Νίκος Κουσούλης (Οικογένεια: Ανιψιός, Παιδί & Ιερέας, Επιστάτης), Νίκος Μήλιας (Σουν),  Χρυσή Μπαχτσεβάνη (Οικογένεια: Ανιψιά), Βασίλης Μπεσίρης (Αστυνομικός), Δημήτρης Ναζίρης (Οικογένεια: Παππούς), Μπέττυ Νικολέση (Κυρία Γιανγκ), Ιωάννα Παγιατάκη  (Γριά έμπορος χαλιών), Ορέστης Παλιαδέλης (Βανγκ), Γιώργος Παπαδάκος (Οικογένεια: Ανιψιός, παιδί),  Βασίλης Παπαδόπουλος (Σου Φου), Ιωάννα Πιατά (Οικογένεια: Κουνιάδα), Χρίστος Στυλιανού (Μαραγκός), Στέργιος Τζαφέρης (Δεύτερος θεός), Μαρία Χατζηιωαννίδου (Πρώτος θεός)

 

*Εκτακτη αντικατάσταση: Λουκία Βασιλείου, Χρήστος Τσάβος, Γιάννης Τσεμπερλίδης

Μουσικοί επί σκηνής:

Δάνης Κουμαρτζής (κιθάρα), Αμαλία Σάνη (τσέλο), Κατερίνα Ταβλαδωράκη (κλαρινέτο)