ΚΡΙΤΙΚΗ της Βικτωρίας Ιωσηφίδου
Μια λαμπερή κυρία του
θεάτρου, ηθοποιός μα και θεατρική συγγραφέας ταυτόχρονα, η κυρία Χρύσα
Σπηλιώτη, ανέλαβε και έμελλε να γίνει η δεύτερη
μητέρα του Νικολάου Μάντζαρου, του συνθέτη του εθνικού μας ύμνου.
Κι αυτό όχι μόνο ως ηθοποιός πάνω στη σκηνή
αλλά και ως συγγραφέας του αντίστοιχου θεατρικού έργου. Έκανε κατ΄ αρχάς την
έρευνά της˙ ιστορία της Κέρκυρας, το νησί περνά από κατακτητή σε κατακτητή,
κοινωνικές τάξεις, τρόπος ζωής, θέση της γυναίκας˙ κι έπειτα έρευνα για τη ζωή
του Μάντζαρου, η μάνα του Ρεγγίνα φερμένη από την Ιταλία , μικροπαντρεμένη ,
υποταγμένη σε μια πεθερά που της
απαγορεύει να αναθρέψει η ίδια τα δυο της κορίτσια˙ για καλή της τύχη ο
μικρότερος γιος της, ο Νίκος, ο Νικολέτος της, ενοχλεί τη γιαγιά με τις
υπερβολικές φωνές του και η πεθερά της επιτρέπει
στη Ρεγγίνα να τον μεγαλώσει μόνη της.
Και αυτόν τουλάχιστον τον αναθρέφει με τις
δικές της αρχές και αγάπες, κοντά στη φύση, με παιχνίδι και χαρά, με ελευθερία και πολλή, πολλή μουσική μέσα στη ζωή του. Για να γίνει ένας
μεγάλος μουσικός, συνθέτης και δάσκαλος
που αφήνει εποχή.
Και όταν η κυρία Σπηλιώτη
ολοκλήρωσε την έρευνα, όταν όλα τα στοιχεία που συγκέντρωσε αφομοιώθηκαν και έγιναν
πλέον ένα με αυτήν, τότε σεργιανώντας πιθανόν στα δρομάκια της Κέρκυρας
και οσμιζόμενη ακόμη και τον αέρα της
φύσης και των παλιών αρχοντικών άρχισε να γράφει αυτό το αφήγημα, τη ζωή του
Νικολάου Μάντζαρου μέσα από τα μάτια και τα λόγια της μητέρας του Ρεγγίνας . Με
ζωντάνια και παραστατικότητα , με έμπνευση και διεισδυτικότητα, με χιούμορ πολύ
συχνά, παρελαύνει μέσα από το αφήγημά της μια
ολόκληρη εποχή, η ζωή της Ρεγγίνας μα και του συνθέτη, ο αυστηρός και απόμακρος
πατέρας του και πολλά άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος
του, διανθισμένα με σχόλια για την πολιτική , την κοινωνία και
τους ανθρώπους. Με αρκετές μεταβάσεις από το μονόλογο σε έναν
εσωτερικό διάλογο και με έντονες και πολλές εναλλαγές συναισθημάτων σε
ιδανικές αναλογίες δοσμένα, δημιουργεί
ένα αλήθεια αξιόλογο κείμενο και μάλιστα σε γνήσια κερκυραϊκή ντοπιολαλιά, με μαεστρία και τέχνη και μας παρασύρει, μας ταξιδεύει, μας μαγεύει μη επιτρέποντας ούτε στιγμή να
βαρεθούμε.
Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο
Αυγουστίνος Ρεμούνδος που με λιτά μέσα και ελάχιστα σκηνικά στοιχεία αλλά με πολύ εύστοχες και λειτουργικές σκηνοθετικές
οδηγίες, οδηγεί την πρωταγωνίστρια σε μια ερμηνεία με εστίαση στα πολλαπλά ερμηνευτικά
της χαρίσματα και πολλή και συνεχή κίνηση, ένα συνεχές στροβίλισμα
πάνω στη σκηνή. Στη δημιουργία της κατάλληλης
ατμόσφαιρας τον βοηθούν οι φωτισμοί μα και η εξαιρετική μουσική, του ίδιου του συνθέτη
Νικολάου Μάντζαρου.
Πέραν όμως της καλής σκηνοθεσίας του Αυγουστίνου
Ρεμούνδου, καθώς και της δεινής
συγγραφικής ικανότητας και μεγάλης υποκριτικής άνεσης που διαθέτει η κυρία
Σπηλιώτη, η μοναδικότητα της δουλειάς αυτής φαίνεται να βρίσκεται στο ότι τον ρόλο που
καλείται να ενσαρκώσει εδώ η πρωταγωνίστρια και θεατρική συγγραφέας τον γέννησε
η ίδια και μάλιστα με πραγματική ταύτιση
με την μητέρα του Μάντζαρου και την εποχή της, με απέραντη αφοσίωση στο έργο που ανέλαβε,
με αληθινή αγάπη, με κατάθεση ψυχής. Για ένα
αφήγημα λοιπόν που όχι μόνον το μελέτησε όπως το συνηθίζουν οι ηθοποιοί αλλά το
έγραψε κιόλας, ήτανε δικό της παιδί και προήρθε από τα ίδια της τα σπλάχνα ανάλογα δυνατή και πηγαία είναι και η
ερμηνεία, μια ξεχωριστή, εξαιρετική ερμηνεία σε έναν ρόλο ζωής.
Το συνολικό αποτέλεσμα είναι
κατά τη γνώμη μας ένα υπέροχο έργο,
κλασσικό και διαχρονικό και μια παράσταση αξιώσεων, με επτανησιακό άρωμα Ελλάδας του 19ου αιώνα, που αξίζει να παίζεται για χρόνια και να τη δουν όλοι οι Έλληνες και θα σημαδέψει την
δημιουργό της. Συγχαρητήρια κ. Σπηλιώτη για τον «Γιο σας Νικόλαο Μάντζαρο», κι
αν δεν ήταν γιος σας, έγινε….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου