Κριτική
της Βικτωρίας Ιωσηφίδου
Ένα αλλόκοτο, ιδιαίτερο παραμύθι, είναι το «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του
Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Όπου τα έντονα σκοτεινά συναισθήματα όπως η απόλυτη,
αρρωστημένη ζήλια και το άσβεστο μίσος που κυριαρχούν στην αρχή, έρχονται
μετά από χρόνια, όταν οι ήρωες είναι πλέον όχι μόνο μεγαλύτεροι σε ηλικία αλλά
και σοφότεροι, να δώσουν την θέση τους
σε άλλα φωτεινά και λυτρωτικά.
Ο Λεόντιος, βασιλιάς της
Σικελίας, φιλοξενεί στο βασίλειό του τον παιδικό του φίλο Πολύξενο, βασιλιά της
Βοημίας, όταν στο μυαλό του γεννιέται ξαφνικά η ιδέα ότι αυτός έχει συνάψει
σχέση με τη σύζυγό του Ερμιόνη. Η ζήλια τον τυφλώνει και αποφασίζει να
εξοντώσει τον Πολύξενο και να στείλει την γυναίκα του στη φυλακή. Γρήγορα θα
έρθει η ολική καταστροφή. Ο μικρός γιος του Λεόντιου πεθαίνει, το ίδιο και η
Ερμιόνη από τον καημό της, ενώ ο ζηλόφθονος βασιλιάς εξορίζει ακόμη και την νεογέννητη κόρη του,
που θεωρεί ότι είναι παιδί του Πολύξενου και απομένει εντελώς μόνος και απόλυτα
δυστυχής. Τα χρόνια περνούν και ο Λεόντιος θα έχει εν τέλει την ευκαιρία να
μετανοήσει, να επανορθώσει και να ξαναβρεί την αγάπη.
Μαθήματα σκηνοθεσίας
παραδίδει ο πολυβραβευμένος Ρουμάνος σκηνοθέτης Σίλβιου Πουρκαρέτε στο έργο
αυτό που ζωντανεύει στη σκηνή της Ε.Μ.Σ. Ο διακεκριμένος σκηνοθέτης δεν
περιορίζεται σε μιαν απλή παράθεση της γνωστής ιστορίας μέσα από τους υπάρχοντες
διαλόγους των ηθοποιών, αλλά πλάθει μιαν
ακόμη χωρίς λόγια ιστορία μέσα στην αρχική, για να αποδώσει ιδανικά όχι μόνον
τη δράση αλλά και τα δυνατά συναισθήματα των ηρώων. Έτσι, οι πραγματικές ζωές
των ηρώων οδεύουν παράλληλα με
συμβολικές εικόνες και συμβάντα, δημιουργώντας
ένα έργο μέσα στο έργο και μιαν ονειρική κινηματογραφική ατμόσφαιρα. Παράλληλα,
είναι εμφανές το μεταφυσικό επίπεδο καθώς κάθε δυσάρεστη ή ευχάριστη εξέλιξη
στην υπόθεση συνοδεύεται ή συνοδεύει συχνά
ένα ανάλογο γεγονός στον έξω υλικό κόσμο. Και όλα αυτά κάτω από τα ανταριασμένα
βλέμματα αγγέλων από τον πίνακα
ζωγραφικής που δεσπόζει στο κεντρικό σκηνικό της παράστασης. Το παράλληλο επίπεδο
ενσαρκώνουν φιγούρες καρικατούρες, εισάγοντας αριστοτεχνικά το κωμικό, γκροτέσκο
στοιχείο σε γεγονότα που εκ των πραγμάτων
είναι τραγικά.
Έτσι, όταν όλα έχουν
καταρρεύσει, όταν έχει έρθει η ολική καταστροφή για τον Λεόντιο, ανεβαίνουν και
περιφέρονται στη σκηνή οι μουσικοί, εντελώς
καταβεβλημένοι , με ξεκούρδιστα
τα όργανα. Ενώ, όταν ο τυφλός θα δει, όταν τα σύννεφα θα διαλυθούν με εντυπωσιακό τρόπο
επάνω στη σκηνή, τότε ακριβώς θα ξεκινήσει η λύση και η ανάκαμψη στη ζωή των ηρώων και η ευτυχία
θα ξανάρθει στο βασίλειο∙ και αυτά
είναι δύο μόνο παραδείγματα αυτής της προσέγγισης.
Στο δεύτερο μέρος του έργου που
εκτυλίσσεται στην Βοημία είναι εμφανής η εύθυμη διάθεση σε μεγάλη αντίθεση με
το πρώτο. Τα χαρούμενα τραγούδια των χωρικών στη γιορτή των κτηνοτρόφων και ο
ιδιαίτερος απατεώνας μικροπωλητής Αυτόλυκος με όσα σκαρώνει στους περαστικούς,
δίνουν ένα τελείως διαφορετικό κλίμα ευχάριστης και ανέμελης ζωής στην ύπαιθρο.
Το κλίμα αυτό αναδεικνύει περαιτέρω ο σκηνοθέτης με επιπλέον κωμικά στοιχεία
που μοιάζουν να έρχονται από τον βωβό κινηματογράφο, όπως οι ταχύτατες κωμικές
αλλαγές κοστουμιών που συνοδεύονται από μελωδίες σε ξέφρενους ρυθμούς στο πιάνο.
Το σκηνικό του εξαιρετικά
έμπειρου, επίσης Ρουμάνου, Helmut Stürmer είναι επιβλητικό, ένα τεράστιος πίνακας
ζωγραφικής που ανοιγοκλείνει τα φύλλα
του αποκαλύπτοντας τα επιπλέον στοιχεία που
εναλλάσσονται στο βάθος σε πολλά
επίπεδα. Ο όγκος, το βάθος και η ποιότητα του σκηνικού είναι ανάλογα μεγαλειώδη με όλο το
υπόλοιπο έργο, ενώ τα κοστούμια του Dragos
Buhagiar
είναι λαμπερά και ξεχωριστά και
αντικειμενικά απεικονίζουν εποχή μεταγενέστερη του έργου.
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει
στην παράσταση αυτή η με άποψη μουσική του Vasile Sirli
που ακολουθεί συνεχώς την ροή της, καθώς και οι διάφοροι όπισθεν
ήχοι που δεν σταματούν σχεδόν καθόλου να
ακολουθούν τη δράση προσθέτοντας ένταση
και δίνοντας το χαρακτήρα και τον ρυθμό που ταιριάζει σε κάθε σκηνή. Και είναι ήχοι
από μουσικά όργανα που παίζουν επί σκηνής, ήχοι της φύσης και των στοιχείων της,
ο αέρας, το θρόισμα, η νεροποντή, η θάλασσα που λυσσομανά, το γρύλισμα της αρκούδας
ως και ο ήχος μιας ραπτομηχανής.
Οι υποβλητικοί φωτισμοί που
επιμελήθηκαν οι Helmut
Stürmer και Dragos Buhagiar παίζουν επίσης καταλυτικό ρόλο και το ημίφως κυριαρχεί στην παράσταση, καθώς σκοτεινός δεν είναι μόνο ο τόπος αλλά
κυρίως οι σκέψεις. Οι εναλλαγές και τα παιχνίδια με τα φώτα αναδεικνύουν
ιδανικά τις διακυμάνσεις και τα συναισθήματα των ηρώων. Αν και το φως βέβαια θα έρθει κάποια στιγμή
στις ζωές των ανθρώπων, ο σκηνοθέτης επιλέγει να διατηρήσει τη σκοτεινή
ατμόσφαιρα σε όλη την διάρκεια του έργου, ακόμη και στις ευχάριστες σκηνές της
Βοημίας παραπέμποντας προφανώς στα παντοτινά σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής
που κατά αυτόν δε διαλύονται ποτέ, αλλά
ίσως και στο σκοτάδι ή έστω στο ημίφως το οποίο επιφυλάσσει αντικειμενικά για τους
περισσότερους ανθρώπους η πραγματική ζωή.
Ο Στάθης Ματζώρος στο ρόλο του Λεόντιου
ανεβαίνει συνεχώς ερμηνευτικά από την αρχή του έργου πετυχαίνοντας να αποδώσει ιδανικά
την έντονη διακύμανση στο συναίσθημα του βασιλιά Λεόντιου. Η Κλειώ Δανάη Οθωναίου
βρίσκει με τον ρόλο αυτό την θέση που της αξίζει στο Κ.Θ.Β.Ε. Η Μομώ Βλάχου
υπηρετεί για άλλη μια φορά με περίσσια αφοσίωση τόσο τον ρόλο του Μαμίλλιου όσο
και αυτόν της Περντίτα και κερδίζει τις
εντυπώσεις. Ο Αλέξανδρος Τσακίρης μας κατακτά ως υπηρέτης Κάμιλλος, ενώ ο
Δημήτρης Ναζίρης, σταθερή αξία στην θεατρική ζωή της πόλης τιμά το κρατικό
θέατρο με την συμμετοχή του αυτή. Ο Θεόδωρος Ιγνατιάδης, συνεπής ως Πολύξενος,
το ίδιο και η Φωτεινή Τιμοθέου ως Παυλίνα. Ο Σαμψών Φύτρας με τον ιδιαίτερο τρόπο του πετυχαίνει να
δώσει μια πραγματικά ευχάριστη νότα ως Αυτόλυκος. Απολαυστικοί ο Ηλίας Μπερμπέρης και Χρίστος Νταρακτσής, δεν
περνούν απαρατήρητοι οι Χρίστος Μαστρογιαννίδης και Γιώργος Τσαγκαράκης, ενώ
και όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί υπηρετούν άξια τους ρόλους τους.
Ο Σύλβιου Πουρκαρέτε
σκηνοθετεί πραγματικά με άποψη μιαν επιβλητική, συγκλονιστική, ιστορική παράσταση που πρέπει να δουν όλοι, με πρώτους τους
ανθρώπους του θεατρικού χώρου. Η παράσταση αυτή είναι ίσως η ευκαιρία για μια εαρινή
κάθοδο του ΚΘΒΕ στην Αθήνα, ώστε να έχουν την ευκαιρία να την παρακολουθήσουν
και οι άνθρωποι της πρωτεύουσας.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση: Νίκος Χατζόπουλος
Σκηνοθεσία: Silviu Purcarete
Σκηνικά: Helmut Stürmer
Κοστούμια: Dragos Buhagiar
Μουσική: Vasile Sirli
Φωτισμοί: Helmut Stürmer- Dragos Buhagiar
Video Art: Άντα Λιάκου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μάρα Τσικάρα
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Σοφία Τσιριγώτη
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Σωτήρης Ρουμελιώτης
Β’ βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Μαρίνα Κελίδου
Φωτογράφιση παραγωγής: Τάσος Θώμογλου
Οργάνωση παραγωγής: Φιλοθέη Ελευθεριάδου
Σκηνοθεσία: Silviu Purcarete
Σκηνικά: Helmut Stürmer
Κοστούμια: Dragos Buhagiar
Μουσική: Vasile Sirli
Φωτισμοί: Helmut Stürmer- Dragos Buhagiar
Video Art: Άντα Λιάκου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μάρα Τσικάρα
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Σοφία Τσιριγώτη
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Σωτήρης Ρουμελιώτης
Β’ βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Μαρίνα Κελίδου
Φωτογράφιση παραγωγής: Τάσος Θώμογλου
Οργάνωση παραγωγής: Φιλοθέη Ελευθεριάδου
ΔΙΑΝΟΜΗ
Μομώ Βλάχου (Μαμίλλιος, Περντίτα), Θεόδωρος Ιγνατιάδης (Πολύξενος), Πάνος
Καμμένος (Μουσικός, Aυλικός, Ένας βοσκός), Ζωή Λύρα (Δορκάς,
Κυρία της Αυλής), Στάθης Μαντζώρος (Λεόντιος), Γιάννης
Μαστρογιάννης (Μουσικός, Αυλικός, Ένας βοσκός), Χρήστος
Μαστρογιαννίδης (Δίων/ Κλεομένης, Ένας βοσκός), Γιολάντα
Μπαλαούρα (Μόψα, Κυρία της Αυλής), Ηλίας Μπερμπέρης (Κωμικός,
Αυλικός), Δημήτρης Ναζίρης (Αντίγονος), Χρίστος
Νταρακτσής (Γερό-Βοσκός, Αυλικός), Κλειώ Δανάη Οθωναίου (Ερμιόνη), Τάσος
Ροδοβίτης (Φλοριζέλ, Αυλικός), Φωτεινή Τιμοθέου(Παυλίνα),
Γιώργος Τσαγκαράκης (Κλεομένης/ Δίων, Ένας
βοσκός), Αλέξανδρος Τσακίρης (Κάμιλλος), Σαμψών Φύτρος (Αυτόλυκος
και πολλοί άλλοι…)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου