Κριτική της Βικτωρίας Ιωσηφίδου
Ένας ζωντανός θρύλος της υποκριτικής, του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και του θεάτρου, ο Άγγελος Αντωνόπουλος, με αξεπέραστο ατού το αντικειμενικά νεαρό της ηλικίας του ψυχικής και πνευματικής αν και διάγει πλέον την ένατη δεκαετία της ζωής του, ανεβαίνει καθημερινά στο σανίδι, μόνος, για περισσότερο από μια ώρα, και γίνεται ο ΜΑΡΞ ΣΤΟ ΣΟΧΟ.
Στο έργο αυτό ο Μαρξ ζητά από τους αγγέλους του να επιστρέψει στη γη εκατό χρόνια μετά το θάνατο του, μα από ένα λάθος επιστρέφει όχι στο Σόχο του Λονδίνου όπου έζησε αλλά της Νέας Υόρκης, της πατρίδας του καπιταλισμού. Εκεί, καθώς έρχεται αντιμέτωπος με τη «νέα εποχή» διαπιστώνει με πικρία πως οι ιδέες του διαστρεβλώθηκαν και εφαρμόστηκαν αντίθετα από τα πιστεύω του. Πως το κράτος εξακολουθεί να παραμένει συνεργός του κεφαλαίου, οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Πως δημοκρατία δεν υπάρχει και η υποτιθέμενη «δημοκρατία» εκφράζεται μόνο με τη διεξαγωγή εκλογών. Πως η αδικία θριαμβεύει και τίποτε μα τίποτε δεν είναι καλύτερο.
Ο συγγραφέας του έργου Χάουαρντ Ζιν εστιάζει κυρίως στο ανθρώπινο πρόσωπο του φιλοσόφου γιατί αυτός, ο πολύς, ο μεγάλος , ο βαρύς, ο εμπνευστής του «Κεφαλαίου» ήταν και ένας κοινός θνητός. Που έτρωγε και έπινε, αγαπούσε και πονούσε, έκλαιγε και γελούσε. Περιγράφει και αναλύει τη σχέση του με τους αγαπημένους συνεργάτες και φίλους μιας ζωής, μεγαθήρια όπως ο Ένγκελς και ο Μπακούνιν, τα καλά και τα κακά τους, τις ομοιότητες και τις διαφορές τους.
Ξετυλίγει μπροστά μας την καθημερινή και οικογενειακή ζωή του με ρεαλισμό και απλότητα. Φτώχεια, ένδεια και συνεχείς διώξεις για τις ιδέες του. Πολλά παιδιά, που κάποια χάθηκαν πρόωρα και μια λαμπερή κόρη, γνήσιο τέκνο του πατέρα της, που από τα παιδικά της χρόνια στέλνει επιστολές σε ξένους ηγέτες και διοργανώνει γιορτές για τους φτωχούς.
Και κυρίως αναφέρεται στη σχέση με τη γυναίκα του, την πολυαγαπημένη Τζένη. Μια γυναίκα που τους έδενε βαθιά επικοινωνία και συγγένεια ψυχής, που δεν ήτανε μια τυπική παρουσία στη ζωή του, αλλά μια δυναμική σύντροφος και συνεργάτης, σύμβουλος και συμπαραστάτης και δε δίσταζε ανά πάσα στιγμή να τον παροτρύνει ή να τον κρίνει, να τον επαινεί ή να τον παρατηρεί και έτσι ουσιαστικά να τον στηρίζει. Μια παρουσία μοναδική που ο Μαρξ εκτιμούσε αλλά και λάτρευε, που τον σημάδεψε και χωρίς αυτήν ο ίδιος εκτιμά ότι θα ήταν σίγουρα ένας άλλος. Και δεν είναι τυχαίο πως οι κορυφαίες ερμηνευτικές στιγμές του Άγγελου Αντωνόπουλου σε αυτόν το ρόλο έρχονται όταν την θυμάται, και τότε ξεσπάει σε πνιχτά αναφιλητά, καθώς δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το χαμό της.
Μοναδικό είναι και το σκοτάδι που πέφτει στα μάτια του ηθοποιού όταν ανακαλύπτει πως οι ιδέες και ο αγώνας του δεν κατάφεραν δυστυχώς να φέρουν καμία ανακούφιση στην ανθρωπότητα. Ο ηθοποιός κινείται με απλότητα πάνω στη σκηνή, σαν οποιοσδήποτε ηλικιωμένος που καταθέτει την εμπειρία του στους νεότερους, μα και απόλυτη φυσικότητα που αγγίζει τον θεατή. Η σκηνοθεσία είναι λιτή, χωρίς περιττά στολίδια μα ένα είναι σίγουρο. Κρεμόμαστε από τα χείλη του από την αρχή μέχρι το τέλος κι αυτό τα λέει όλα!
Δείτε το «ΜΑΡΞ ΣΤΟ ΣΟΧΟ» για να γνωρίσετε έναν από τους φιλοσόφους που καθόρισαν την ιστορία του 20ου αιώνα, ίσως τον πιο σημαντικό, μα και για να απολαύσετε έναν από τους τελευταίους μεγάλους Έλληνες ηθοποιούς που παραδίδουν σιγά σιγά τη σκυτάλη, ίσως τον πιο αφοσιωμένο, που έζησε και ζει για να ανεβαίνει στο σανίδι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου